Ως διαβήτης κυήσεως ορίζεται η ποικίλου βαθμού διαταραχή του μεταβολισμού των υδατανθράκων δηλαδή της γλυκόζης, με έναρξη ή πρώτη αναγνώριση στην παρούσα εγκυμοσύνη. Εκδηλώνεται συνήθως μετά την 24η εβδομάδα, ενώ έγκυες με υψηλά σάκχαρα νωρίτερα στη διάρκεια της εγκυμοσύνης ενδέχεται να πάσχουν από προ-διαβήτη ή σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.
Η εγκυμοσύνη χαρακτηρίζεται από αντίσταση στην ινσουλίνη λόγω έκκρισης από τον πλακούντα διαβητογόνων ορμονών. Οι ορμόνες αυτές και άλλες μεταβολικές αλλαγές της εγκύου εξασφαλίζουν την επαρκή θρέψη του εμβρύου. Το πάγκρεας των γυναικών με διαβήτη κυήσεως όμως δεν μπορεί να αυξήσει την έκκριση της ινσουλίνης ώστε να αντισταθμίσει την αντίσταση αυτή με αποτέλεσμα να αυξάνονται τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα.
Ο διαβήτης κυήσως είναι συχνή διαταραχή και επηρεάζει το 3-15% των κυήσεων, αναλόγως του πληθυσμού που εξετάζεται.
Παράγοντες κινδύνου - Γυναίκες με οποιονδήποτε από τους παράγοντες που ακολουθούν παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη κυήσεως:
- Ατομικό ιστορικό διαταραγμένης ανοχής γλυκόζης ή διαβήτη κυήσεως σε προηγούμενη εγκυμοσύνη
- Μέλος φυλής με υψηλή επίπτωση διαβήτη τύπου 2 όπως Ισπανόφωνοι, Αφροαμερικάνοι
- Οικογενειακό ιστορικό διαβήτη τύπου 2 ή διαβήτη κυήσεως
- Παχυσαρκία πριν την εγκυμοσύνη, σημαντική αύξηση βάρους σε νεαρή ηλικία και μεγάλη αύξηση βάρους στη διάρκεια της εγκυμοσύνης
- Ηλικία εγκύου μεγαλύτερη των 25 ετών
- Γέννηση παιδιού στο παρελθόν άνω των 4 κιλών
- Ιστορικό ανεξήγητου εμβρυικού θανάτου
- Βάρος γέννησης της μητέρας άνω των 4 και κάτω των 2.7 κιλών
- Ιστορικό συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών, μεταβολικού συνδρόμου, υπέρτασης και η χρήση κορτιζόνης.
Ο αθεράπευτος σακχαρώδης διαβήτης κυήσεως επηρεάζει αρνητικά τόσο το έμβρυο όσο και τη μητέρα.
Στο μωρό προκαλεί κυρίως:
- Μακροσωμία δηλαδή αυξημένο βάρος το οποίο μπορεί να συνδυαστεί με οργανομεγαλία (μεγάλο ήπαρ και καρδιά). Η μακροσωμία του μωρού αυξάνει τον κίνδυνο τραυματισμού του κατά τη διάρκεια φυσιολογικού τοκετού και επομένως αυξάνει τη συχνότητα καισαρικής τομής.
- Αναπνευστικά προβλήματα και μεταβολικές επιπλοκές όπως υπογλυκαιμία, ίκτερο, υπασβεστιαιμία και πολυκυτταραιμία.
- Πολυυδράμνιο (αυξημένο αμνιακό υγρό)
- Αυξημένο κίνδυνο νεογνικού θανάτου
Μακροπρόθεσμα, ο διαβήτης κυήσεως αυξάνει τον κίνδυνο παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας και εμφάνισης διαβήτη στην ενήλικη ζωή.
Στη μητέρα κυρίως προκαλεί:
- Προεκλαμψία που χαρακτηρίζεται από αυξημένη αρτηριακή πίεση και από άλλες διαταραχές
- Πρόωρο τοκετό
- Αυξημένη συχνότητα καισαρικής τομής
- Αύξηση κινδύνου για εκδήλωση διαβήτη αργότερα στη ζωή της γυναίκας
Σύμφωνα με τα νέα κριτήρια διάγνωσης που έχουν προταθεί από τον οργανισμό IADPSG - International Association of Diabetes and Pregnancy Study Groups και που έχουν υιοθετηθεί από την Αμερικανική Διαβητολογική εταιρία η διάγνωση του διαβήτη στην κύηση γίνεται ως εξής:
- Έλεγχος του σακχάρου της εγκύου στην 1η μαιευτική επίσκεψη. Αν το σάκχαρο νηστείας είναι κάτω από 92mg/dl προγραμματίζεται καμπύλη σακχάρου μεταξύ 24-28ης εβδομάδας.
- Καμπύλη σακχάρου με 75 γρ γλυκόζης μεταξύ 24-28ης εβδομάδας κύησης και μέτρηση του σακχάρου σε χρόνους 0, 60 και 120 λεπτά μετά τη λήψη της γλυκόζης. Αν μία τιμή είναι παθολογική η έγκυος πάσχει από διαβήτη κυήσεως.
Θεραπεία:
- Διαιτητική παρέμβαση. Τα γεύματα πρέπει να είναι συχνά, οι υδατάνθρακες να μην υπερβαίνουν το 40% των ημερήσιων θερμίδων και να αποφεύγονται οι ευαπορρόφητοι. Αντενδείκνυται αυστηρά η στέρηση υδατανθράκων γιατί μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλού βάρους μωρά. Αν δεν υπάρχει μαιευτική αντένδειξη συνιστάται ελαφρά άσκηση, όπως 10 λεπτά περπάτημα μετά απο τα τρία κύρια γεύματα.
- Αυτοέλεγχος σακχάρου. Απαραίτητος είναι ο έλεγχος του σακχάρου νηστείας το ολιγότερο 4 φορές ημερησίως το πρωί νήστις και 1 ώρα μετά τα τρία κύρια γεύματα
- Όταν δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι χορηγείται στην έγκυο εντατικοποιημένη θεραπεία με ινσουλίνη.
Μετά τοκετό συνιστάται παρακολούθηση σακχάρου, για τυχόν παραμονή του διαβήτη, τις πρώτες 2 ημέρες με ελεύθερη διατροφή. Αν τα επίπεδα σακχάρου είναι φυσιολογικά σταματούν οι μετρήσεις και η έγκυος υποβάλεται σε καμπύλη σακχάρου 6-12 εβδ αργότερα. Στη συνέχεια γίνεται έλεγχος σακχάρου ανά έτος και καμπύλη ανά 3 ετία.
Ο σακχαρώδης Διαβήτης κυήσεως αποτελεί την πιο συχνή επιπλοκή της εγκυμοσύνης. Η σωστή αντιμετώπισή του προστατευει την υγεία τόσο της μητέρας όσο και του μωρού, καθώς οι επιπλοκές του μπορεί να είναι μακροπρόθεσμες και σοβαρές.
Απαραίτητη τέλος θεωρείται η μείωση του σωματικού βάρους μετά τον τοκετό στις υπέρβαρες/παχύσαρκες γυναίκες και η σωματική άσκηση.